έλα απόψε στο καφέ

Το post επιμελήθηκε η Σταυριανή Ζ. 


Είναι τύπου καφενείο, αλλά έχει και ντουρούμ. Σερβίρεται τσάι, αλλά μετά το ξενύχτι, ή χορεύοντας με την αϋπνία, σε παρηγορεί με εζογκελίν. Πίνοντας καφέ με φίλους, σε τσακώνουν και κάτι άλλοι που έχεις να δεις καιρό. Βρε, βρε, να κι η Σεχραζάτ απ’το χίλιες και μια νύχτες, παρέα της είναι αυτός, πέστονα μωρέ, τον μουστακαλή, που παίζει στο άλλο το σήριαλ, που κάνει τον νταή...Καλέ, αυτός δεν είναι ο δικός μας, ο Έλληνας ο δημοσιογράφος, ψιλοαδερφή μου φαίνεται ...Πώς βρέθηκε εδώ στις 5 το πρωί;

Το καφέ του Τζιχάνγκιρ-όπως τιτλοφορήθηκε με τον καιρό απ’τους εντελεκτουέλ κατοίκους του (λέμε τώρα)- είναι η χαρά της γειτονιάς και τους χωνεύει όλους. Δεν είναι μόνο η ανεπιτήδευτη απλότητα και η ισότιμη υποδοχή που επιφυλάσσει στους πελάτες του, αλλά περισσότερο το φοβερά στρατηγικό σημείο του για κοινωνικό μπανιστήρι και η απέριττη θέα, που επιτρέπει ακόμα και τον διαλογισμό στη καρδιά της Άπονης.

Θές να τραβήξεις την προσοχή της ρομαντικής απο δίπλα; Πάρε ένα κιτρινισμένο τετράδιο και κάνε ότι γράφεις παθιασμένα, βυθισμένος στις σκέψεις σου. Θες ξένο, αλτέρνατιβ γκομενάκι από τις βόρειες χώρες; Κότσαρε πίρσινγκ στο φρύδι και κοίτα με ύφος «είσαι για ένα έκστασι, έλεκτρο κι ό,τι θέλει προκύψει;». Θες να παίξεις σε μια τηλεοπτική σειρά αλλά βαριέσαι να τρέχεις σε οντισιόν; Βάψε μαύρο το μαλλί, βάλε κόκκινο κραγιόν. Σε συνδυασμό με καλτσοδέτες που θα φανούν κατά λάθος καθώς θα τινάζεις τα ψίχουλα απ’το λαχματζούν, θα σε οδηγήσουν στο Κισμέτ. Είσαι ερωτευμένος και δε μπορείς να κοιμηθείς; Απλά αρπάζεις τον συγκάτοικο-ζόμπι και πίνετε έναν σκέτο βαρύ κάτω απ’την επιτοίχια σόμπα του Τζιχάνγκιρ καχβεσί.

Προχτές πάλι, μπορεί και παραπροχτές, βρεθήκαμε κάτω απ’αυτή τη σόμπα. Το σταυροδρόμι της πλατείας άφηνε τα τελευταία βογγητά απ’τις άπειρες περασιές των διερχομένων της μέρας που πέρασε, κι εμείς αναρωτιόμασταν «μα ποιοί ανώμαλοι βγαίνουν στις 4 το πρωί να πιουν τούρκικο μες το κρύο, τς τς τς...» (η σόμπα είναι κυρίως διακοσμητική). Και αφού τα έχουμε λύσει όλα, μας πιάνει η στεναχώρια για τους δυο έφηβους που δουλεύουν τέτοια ώρα σε ένα πάναδειο και πανέρημο καφέ. « Αν είχα λεφτά, δηλαδή πολλά λεφτά, θα έδινα στον νεαρό τα δίδακτρα για ένα χρόνο να πάει στο φροντιστήριο, όμως θα ήθελα να με κρατάει ενήμερη για την πρόοδό του», είπα αυστηρά, λες και είχα το τσεκ έτοιμο. «Ναι, ναι», φαντάστηκα ότι είπε ο ερωτευμένος φίλος. Τελικά δεν άντεξα, και ρώτησα τον εργαζόμενο νεαρό αν το αφεντικό του τον πληρώνει καλά, αν του κολλάει ένσημα κι αν είναι ευχαριστημένος απ’τη δουλειά του στο καφέ.

Με σαρωτική ειλικρίνεια, « Είναι δικό μας το καφέ. Της οικογένειάς μου δηλαδή. Μένουμε σε μια πενταώροφη βίλα στο Γιεσίλγιουρτ, ένας όροφος για κάθε αδερφό», μου απάντησε.

Εγώ πήρα τρείς, και μετά πήγα σπίτι.

*Το Τζιχάνγκιρ καχβεσί δεν είναι μέρος μυθικό, παρόλο που έχει όλα τα φόντα να θεωρείται. Το εντοπίζει κανείς 600 μέτρα απ’την πλατεία Ταξίμ, αν πάρει την χαλαρή κατηφορίτσα της Sıra Selviler, μόλις αντικρίσει τον ένα και μοναδικό μιναρέ του Φιρούζ Αγά Τζαμιού.

ανεβασιά στο Βόσπορο


Μπορεί το κρύο να μην επιτρέπει ανέμελες τσάρκες μπρος στο Βόσπορο, αλλά αν ντυθείς καλά την ψιλοπαλεύεις τη βολτίτσα μιας και το δέλεαρ είναι μεγάλο. Μιλώ για τα γιαλιά (το όνομα τους προέρχεται από το αρχαιοελληνικό αιγιαλός) και η ομορφιά τους είναι ανεξάρτητη από την κατάσταση που βρίσκονται. Πότε σωστά γκρεμίδια και σαρακοφαγωμένα,


πότε ανακαινισμένα με αντί για μπροστινό μπαχτσέ, αυτά να έχουν μπροστινή θάλασσα.



Πότε το ένα δίπλα στο άλλο, μοιάζουν με τείχος / ασπίδα στην αλμύρα και τα κύματα


και πότε ένα-ένα ξέχωρο, θέλοντας να κρατά αποστάσεις από τα διπλανά του, πάντοτε άλλωστε φαντάζεις πιο σημαντικός απ' όσο πραγματικά είσαι όταν το κάνεις αυτό.


Είναι αυτές οι λεπτομέρειες, που σε σκαμπιλίζουν και συνειδητοποιείς ότι η υψηλή τέχνη και οι κασέλες με τις χρυσές λίρες δεν ξοδεύτηκαν τζάμπα για να χτιστούν αυτά τα παλάτια.


Κι όταν πια έρχονται μετά από τα 200 χρόνια τα γηρατειά τους, για όσα τουλάχιστον γλύτωσαν στα χρόνια της νεότητάς τους από εν ψυχρώ δολοφονίες / πυρπολήσεις / κατεδαφίσεις / λεηλατήσεις, κυκλοφορούν πια με πατερίτσες (βλ. σκαλωσιές). Υποβάλλονται σε λίφτινγκ που ναι μεν θα τους πάρει λίγο από την ψυχή τους, αλλά θα τους δώσει ίσα με καμιά κατοσταριά χρόνια ζωής ακόμη. Όταν όλοι εμείς θα έχουμε πάει στα θυμαράκια, αυτά ακόμα εκεί θα είναι. Σωστά ζόμπι δηλαδή.

Gif Created on Make A Gif

απόψε κάντε..έρωτα


Αυτή είναι η εξώπορτα του διπλανού απαρτμάν, όπου απαρτμάν - προς πληροφόρησή σας - στα τουρκικά σημαίνει πολυκατοικία. Το διαμέρισμα το λένε νταϊρέ. Δεν είναι ώρα όμως για μάθημα Τουρκικών, ούτε εγώ είμαι κατάλληλος γι' αυτόν το σκοπό αφενός, αλλού θέλω να καταλήξω αφετέρου. Καθώς επέστρεφα σπίτι χτες το απόγευμα λοιπόν, το μάτι μου πήρε κάτι γραμμένο στο πλαϊνό τοιχίο της εισόδου. Αρχικά το διάβασα μηχανικά χωρίς να πολυσκεφτώ, συνέχισα το δρόμο μου, αλλά 2-3 βήματα μετά χτύπησε ένα καμπανάκι στο κεφάλι μου: τινκκκκκκκ!

 

Γύρισα πίσω, ανέβηκα τα σκαλιά για να διαβάσω ξανά το μήνυμα. Τι καλά! Σωστά το είχα δει απ' την αρχή κι ας είμαι και γκαβούλιακας. Χεχεχε, με τόση πρεμούρα που σας κάνω, θα φαντάζεστε κανένα ιδιαίτερα ψαγμένο μήνυμα ή κανένα τύπου κυνικό / αναρχικό / κατά της παγκοσμιοποίησης / κτλ. Μπα, τίποτα από τα παραπάνω. Το μήνυμα πρότεινε απλώς στους ενοίκους του Μουστάμπεη Απαρτμανί..να κάνουν έρωτα απόψε! Η νουθεσία, γραμμένη στα ψηφιδωτά πλακάκια, μου 'κανε τελείως χίπικη και αρκούντως ρομαντική. Ακούς εκεί: Κάντε έρωτα απόψε! 

 Gif Created on Make A Gif

Δεν ξέρω αν προοριζόταν και για τους περαστικούς η οδηγία αυτή, εμείς πάντως ως γείτονες φροντίσαμε να μην φανούμε ανυπάκουοι. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να χαλάσουμε τις καρδιές μας με τον γείτονά μας τον γκραφιτά, μη μας πει και ψηλομύτηδες δηλαδή. Καλά δεν τα λέω; Μη σας πω ότι θα τον χαροποιούσε ιδιαιτέρως αν ακολουθούσατε κι εσείς τη συμβουλή του. Σκέφτεστε άλλωστε τίποτα καλύτερο γι' απόψε το βράδυ;

αλυσίδα αλυσιδίτσα μου


Τα Ψωμαθειά (i), αχ αυτά τα Ψωμαθειά (ii)! Καιρό είχα να κάνω βόλτα σ' αυτήν τη γοητευτική - την επί της Προποντίδας - γειτονιά. Χτες, ο δρόμος μ' έβγαλε στο τζαμί του Κοτζαμουσταφαπασά, γνωστό αλλιώς και ως τζαμί του Σουμπούλ Εφέντη. Η περιπετειώδης ονοματοθεσία δε σταματά εδώ, αν σας θυμίσω ότι πρόκειται για την πρώην ορθόδοξη εκκλησία του 8ου (μάλλον) αιώνα, με τη μυστηριώδη αφιέρωση στον Άγιο Ανδρέα εν τη Κρίσει, η οποία μετατράπηκε σε ισλαμικό τέμενος το 1489.


Καλό, χρυσό, όμορφο τζαμί, με ήσυχο αίθριο, με νεκροταφείο και δυο θολωτά μαυσωλεία που φιλοξενούν τα κιβούρια του Μουσταφά Πασά, του Ζουμπούλ Εφέντη και μερικών γυναικόπαιδων της Οθωμανικής ελίτ, αποτελεί έναν από τα πιο ιερά ισλαμικά προσκυνήματα της Πόλης.


Ωστόσο, για μένα που μ' αρέσουν τα μεταφυσικά φαινόμενα, το κλου στην υπόθεση είναι το θαυματουργό δέντρο του αυλόγυρου. Ή όχι ακριβώς το δέντρο, αλλά η αλυσίδα που κρέμεται απ' αυτό. Βλέπετε όμως εσείς καμιά αλυσίδα; Όχι, δυο παλούκια μόνο βλέπετε να στηρίζουν το γέρικο κορμό, μην πέσει και πλακώσει κανάν γκαντέμη που προσεύχεται από κάτω. Στα παλιά τα χρόνια όμως, η αλυσίδα υπήρχε. Ο Σουμπούλ Εφέντης σκέφτηκε μια πατέντα για να στηρίξει το αρρωστιάρικο κυπαρίσσι και το έδεσε με μεταλλική αλυσίδα, που το ένα της άκρο κρεμόταν προς τα κάτω, χωρίς όμως να φτάνει στο έδαφος.


Ο σοφός γέροντας διαλαλούσε ότι η αλυσίδα είχε μαγικές ιδιότητες. Άμα καθόταν κάποιος από κάτω της και αμολούσε ένα ψέμα, τότε η αλυσίδα μάκραινε μέχρι χάμω. Για του λόγου το αληθές θα σας πω μια ιστορία: Ήταν λέει ένας Μουσουλμάνος που δάνεισε σ' έναν Εβραίο (σας φαίνεται λιγάκι απίθανο το νταραβέρι ε; Ελάτε τώρα, μη γίνεστε ρατσιστές!) 100 χρυσές λίρες, αλλά ο Εβραίος δεν έλεγε να τις επιστρέψει, ούτε με το καλό ούτε με το κακό. Είδε κι αποείδε ο άμοιρος ο Μωαμεθανός που λέτε και τρέχει ντογρού στον Σουμπούλ Εφέντη και του τα ξεφουρνίζει όλα.. 
 - Φέρτε μου εδώ τον Ααρόν!, διατάζει αμέσως ο Σουμπούλ τους παρατρεχάμενούς του.
 - Με ζητήσατε σοφέ αφέντη, λέει δαγκωμένος ο Εβραίος, καθώς κοντεύει την ομήγυρη που είχε ήδη συγκεντρωθεί, αργά αργά μ' ένα μπαστουνάκι ανά χείρας.
 - Τι μαθαίνω τέκνο μου, είναι αλήθεια ότι τσέπωσες καλά καλά τα λεφτά, και τώρα πας να την κάνεις με ελαφρά πηδηματάκια; 
 - Τι λες Άγιε μου άνθρωπε, εγώ του επέστρεψα τις λίρες!
 - Πρόσεχε, γιατί θα σε βάλω κάτω απ' το δέντρο να καταθέσεις κι η αλυσίδα θα ξεσκεπάσει το ψέμα σου!
 - Να με βάλεις όπου θέλεις καλέ μου γέροντα. Δεν έχω να κρύψω τίποτα. Αααα, μόνο θέλω κάτι από σένα φίλε Μουσουλμάνε, κράτα λιγάκι το μπαστούνι μου, λέει και μπαίνει κάτω από την αλυσίδα. Ο Σουμπούλ τον ρωτά κοφτά:
- Εβραίε, έδωσες πίσω τα φλουριά στον άνθρωπο που σου τα δάνεισε;
 - Αμέ, φυσικά και του τα γύρισα!
Την αγωνία στο ακροατήριο μπορούσες να την κόψεις με το μαχαίρι! Περίμενε την ετυμηγορία της αλυσίδας με κομμένη την ανάσα, μάκρυνε; Εσείς τι λέτε; Αμ δε! Όσο την είδατε εσείς να μακραίνει, τόσο την είδαν και οι παρευρισκόμενοι. Ούτε έναν πόντο σας λέω!
 - Ααααααααα, κάνουν όλοι οι αργόσχολοι μαζί κι ο ίδιος ο δανειστής επίσης. Οι πρώτοι, με μια μικρή ντροπή που παρεξήγησαν τον Εβραίο, ο δε Μουσουλμάνος με ακόμα μεγαλύτερη απογοήτευση που θα έχανε για πάντα τα λεφτά του.
 - Μια στιγμηηηηή! φωνάζει ο Σουμπούλ, κόβοντας την χολή ολονών. Για δώσμου αυτό το μαραφέτι, και αρπάζοντας το μπαστούνι του Εβραίου απ' τα χέρια του Μουσουλμάνου, του δίνει μια καρατιά και το σπάει στα δυο. Φρρρρρρρρρρρουυυυπππππ, ακούγεται ένα δυνατό κροτάλισμα και γεμίζει ο τόπος με χρυσά φλουριά! Ο πονηρός Εβραίος είχε κρύψει τα χρωστούμενα στο μπαστούνι και δίνοντάς το στον δανειστή να το κρατά την ώρα της εξέτασης, ξεγέλασε ακόμα και τη μαγική αλυσίδα!


Κι έτσι περνούσαν οι μέρες τα παλιά τα χρόνια στην Ιστάνμπουλ. Με θάματα και μύθους, με ιστορίες για μαγεμένα δέντρα κι αλυσίδες και δεν ήξερες που τελειώνει η αλήθεια και που αρχίζει το παραμύθι. Και τι δεν θα 'δινα να ζούσα σ' εκείνον τον καιρό..
Related Posts with Thumbnails