Το post επιμελήθηκε η Σταυριανή Ζ.
Για τις 12/11 είχε προγραμματιστεί 1 ταξίδι, που το θέλαμε πολύ με την Ιπέκ. Η τυχερή πόλη ήταν το Βερολίνο, και εμείς οι ανατολίτισσες που θα του κάναμε τη χάρη. Η άφιξή μας ξεκίνησε με την απώλεια της βαλίτσας της Ιπέκ (εδώ έπεσαν οι μάσκες), συνεχίστηκε με το ότι ήταν Πέμπτη κι ότι το λεωφορείο μας την ημέρα εκείνη δεν κάνει την κλασσική του ρότα - εμείς που να το ξέρουμε - κάνοντας έτσι την διαδρομή Αεροδρόμιο - Κασμδμνμφκξ δυο φορές, πιστεύοντας την πρώτη , ότι ακόμα απλά δεν έχουμε φτάσει...
Μμμμμ, ωραίο το Βερολίνο σκέφτηκα την επόμενη μέρα στο φώς του ήλιου (δε ξέρω πόσο πειστικό ακούστηκε αυτό), αλλά να’ σουν εκεί να μ' έβλεπες πώς έκανα:
Α) που είδα ντονερτζίδικο, αν και δεν αγαπώ το ντονέρ. Όχι για το ίδιο το έδεσμα φυσικά, αλλά για την ύπαρξη αυτού που το έκοβε. Και της μαντηλοφορούσας κοπελιάς με την κοιλιά στο στόμα που καθόταν στο ταμείο. Κι επίσης για εκείνη την παλιά φωτογραφία στον τοίχο ενός άντρα με αποφασιστικό βλέμμα και κατάμαυρη μουστάκα, που τώρα ανήκε σε κείνο το συρρικνωμένο γεροντάκι που έπινε τσάι σε ένα διάφανο, καμπυλωτό φλυτζάνι. Στο ψυγείο τους είχε και αϊράνι πινάρ.
- Να μη βάζεις ντομάτα στο γύρο σου, είναι σκέτο δηλητήριο τέτοια εποχή. Βέβαια δε το λέμε σ’όλους, το λέμε σ’αυτούς που αγαπάμε.
- Αχ, τσοκ τεσεκιούρ εντερίμ ουστά μου. Σάολουν.
Β) κι εκείνη τη μέρα, που ξεκινήσαμε για το Τείχος, στο μετρό, μεσημεράκι, τρώγοντας αιβαλίκ τοστού σε ένα μικρό μπουφέ, που άκουσα γέλια κακαριστά από μια παρέα μικρών μαθητών, που ανέβαιναν από τις κυλιόμενες. Ήταν τα πρώτα και τελευταία γέλια που άκουσα στο μετρό του Βερολίνου: πειράγματα στα γερμανικά, αλλά μες την λαχτάρα τους, το κουμρού το ζήτησαν σε φαρσί τούρκικα άμπιτζιμ.
- Ικι τανέ κουμρού άμπι. Τουρσουσού ντα μπολ ολσούν!
Γ) για την ευτυχή κατάληξη των αλά Αγγελής «γιατί το πίνω και με πίνει» βερολινέζικων μπαροτσαρκών, κάθε φορά που πέφταμε σε τούρκο ταξιτζή και μπορούσαμε να του ζητήσουμε (χικ!) να μας πάει στα πιο κοντινά ανοιχτά μακντόλαντς ΓΙΑΤΙ ΛΥΣΣΑΜΕ. 5 στους 5 οι ταρίφες / 5 και τα προεφηβικά «τσάκ!» με την κολλητή. Με έναν απ’αυτούς:
- Εδώ γεννηθήκατε:
- Όχι, είμαι απ’την Άνκαρα . Η γυναίκα μου ήταν εδώ και τα βρωμοπεθερικά μου.
- Σας αρέσει εδώ, ε; Άλλο πράμα εδώ που τα λέμε το Βερολίνο...
- Γιοκ για, νεσινί μπεενίιμ σοηλέρ μισιν;
- Χμ...
Τί να του έλεγα, το κτίριο της Βουλής, ή το μουσείο της Περγάμου; Ή τα γ@μ@τ@ στέκια με τα φτηνά κοκτέιλ; Ή μήπως να του έλεγα πως εξαιτίας των επιγραφών στους δρόμους, «Κεμπάπ, η ωραία Ούρφα», «Αλί Ουστά» κ.α, το Βερολίνο μου φάνηκε ακόμα πιο όμορφο; Θα με περάσει για τρελή. Πώς να του εξηγήσω ότι όλα αυτά αποτελούν ένα κομμάτι του ερωτά μου για την Πόλη, που ακόμα μου επιτρέπει να ζω το παραμύθι μου;
Που όσο ήμουν στο Βερολίνο, και μετά στην Αθήνα, εγώ σκεφτόμουν το πόσο μου έχει λείψει η μυρωδιά της Αγαπημένης μου;
3 comments:
Γεια σου Σταυριανή μας παινεμένη.
Ωραία η ανάρτηση σου και περιμένουμε και άλλες.
Στους τούρκικους διαλόγους όμως βάζε και κανένα υπότιτλο για μας τους αγράμματους.
Μερικές απορίες και παρακαλώ διευκρινίσεις:
1.Ανατολίτισσα εσύ;
2. Η απώλεια της βαλίτσας φαντάζομαι έγινε στο οργανωμένο και πολιτισμένο αεροδρόμιο των Uber alles Γερμανών. Βλέπεις αρκεί να βάλει κανένας φωτοκύτταρα στους καμπινέδες και αυτόματα αυτό είναι πολιτισμός και υπεροχή.
3.Δεν γνώριζες ότι το Βερολίνο (ειδικά το νότιο) είναι μια από τις μεγαλύτερες πόλεις της Τουρκίας. Πριν πάω στο Βερολίνο, συνήθιζα να πειράζω τους γερμανούς φίλους που με ρωτούσαν αν επισκέφτηκα την πρωτεύουσα τους, ότι δεν χρειάζεται γιατί έχω πάει σε άλλες πόλεις της Τουρκίας.
4. Τι κρίμα οι σύγχρονοι προερχόμενοι από την Πέργαμο και τα πέριξ, να αγνοούν το μουσείο και τα εντός του. Αλλά τι να σου κάνει ο καημένος ο πεθερόπληκτος που κυνηγά τον επιούσιο;
Τι μου θύμισες με το ντονερτζίδικο.
Ως γνωστόν η μνήμη εκφράζεται κυρίως με οσμές. Προσωπικά απεχθάνομαι τα εντόσθια και όλα τα φαγητά που παρασκευάζονται με αυτά. Σχεδόν απαγορευμένο να μαγειρεύονται στο σπίτι μας.
Ένα Μ. Σάββατο πριν λίγα χρόνια, η λατρευτή μου σύζυγος ετοίμαζε την μαγειρίτσα ΤΟΥΣ. Με τις πολλές της μέριμνες όμως την παραμέλησε λίγο και της «άρπαξε». Φυσικά μύρισε το σπίτι καμένο. Έντρομη ήρθε κοντά μου με απολογητικό ύφος. Την εξέπληξα όμως όταν αντί να γκρινιάξω, άρχισα να την ευχαριστώ για την ανείπωτη ευτυχία που μου προσέφερε. Για να λυθεί η απορία της, της εξήγησα ότι αυτή η βρώμα καμένων εντοσθίων μου θύμιζε περάσματα Στην Πόλη από μέρη όπου έψηναν κοκορέτσια (π.χ. Μπαλίκ Παζάρ) και επειδή μου είχε λείψει η μυρωδιά της Αγαπημένης μου είχα την ευκαιρία να κάνω ένα οσφρητικό νοερό ταξίδι σε αξέχαστες διαδρομές. Με κάτι τέτοια το πήρε απόφαση η καημένη, ότι η περίπτωση μου είναι ανίατη.
Καλή χρονιά από το Ελλαδιστάν
Αγαπητέ ΠανΚαπ,
1. Για το χατίρι σας θα γίνω
2. Η βαλίτσα δεν έφτασε ποτέ στο αεροδρόμιο του Βερολίνου. Το λάθος ξεκίνησε από νωρίς...
3. Το γνώριζα. Αυτό που δεν γνώριζα ήταν ότι όλα αυτά θα με γέμιζαν ανείπωτη χαρά!!!
4. Μοναδικά και τα δυο. Ακόμα όμως κουβαλάω τον πόνο του ταρίφα μέσα μου. " Τι να μου αρέσει, μου λές;"
Κι αν κρίνω απ'το κλείσιμό σας,
πάσχουμε απ'την ίδια αρρώστεια...
Να μην είναι περαστικά μας ποτέ!
φιλιά!
Ωραίο περιγραφικό και ταξιδιάρικο. Κουμρού τι είναι; Μου διαφεύγει ή δεν το ξέρω καθόλου.
Προσωπικά αντιπαθώ το κρέας εκτος κι αν ειναι ντονερ. Επίσης ειμαι λαχματζουνολάτρης:) οπότε σας ζηλεύω
Post a Comment